11/5/10

Nα μιλήσει!



                  ΠΕΡΙ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑΣ ΛΟΓΟΣ!



Στοιχειώδης προϋπόθεση για να προσεγγίσει σε βάθος οποιοδήποτε πρόβλημα κανείς είναι ο Λόγος (εν αρχή ην ο λόγος), αρκεί ο λόγος να αποκαλύπτει και να μην αποκρύπτει την αλήθεια Όπως είναι γνωστό επίσης ότι η παγκόσμια κοινωνία συγκλονίζεται σήμερα από μια οδυνηρή κρίση।

Κρίση αξιών, κρίση ιδεολογιών και φιλοσοφικής σκέψης, η έλλειψη των οποίων, οδήγησαν και οδηγούν κατά καιρούς τις κοινωνίες σε, ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά αδιέξοδα। Ως εκ τούτου, το ερώτημα που προκύπτει είναι, ποιοι είναι οι φορείς του λόγου και κατά πόσο ο λόγος τον οποίο

εκπέμπουν αποκαλύπτει την αλήθεια.

Φορείς του λόγου είναι όλοι βέβαια. Βάση της υφιστάμενης κοινωνικής συγκρότησης όμως, κάθε λόγος διακρίνεται σε, ατομικό (υποκειμενικό) και συλλογικό (κοινωνικό). Πόσο πειστικά διαλέγονται, συζητούν οι άνθρωποι σήμερα όμως, τόσο σε ατομικό, όσο και συλλογικό επίπεδο και τι λόγο εκπέμπουν;

Έχοντας υπ’ όψιν τον λόγο που εκπέμπεται από όλο σχεδόν το φάσμα της δημόσιας ζωής - πνευματικού, επιστημονικού κόσμου, μέσων ενημέρωσης, ραδιόφωνο, τηλεόραση, τύπο και λοιπά -, με θλίψη διαπιστώνει κανείς ότι, ο λόγος ο οποίος εκπέμπεται (γραπτός και προφορικός), πόρρω απέχει, πριν ελαχίστων, από το να είναι, να μπορεί να χαρακτηρίσθει ως πειστικός, αποκαλυπτικός. πολλώ μάλλον ανατρεπτικός. Και τούτο, γιατί τα υποκείμενα της γνώσης –πνευματικός, επιστημονικός κόσμος – συλλογικά όργανα –κόμματα, ομάδες, ΜΜΕ, συντεχνίες και λοιπά– μάλλον έχουν αυτονομηθεί, έχουν χάσει το κοινωνικό τους πρόσωπο, τον κοινωνικό τους χαραχτήρα,  και από υποκείμενα κριτικής, ρήξης και ανατροπής, έχουν μετατραπεί σε οργανικά στοιχεία του συστήματος, της κυρίαρχης ιδεολογίας.

Αποτέλεσμα της απέκδυσης αυτής, είναι η έκπτωση του ποιοτικού λόγου και η κυριαρχία του βερμπαλισμού, του ποσοτικού λόγου στις μέρες μας, ο οποίος στερείται ουσίας, υψηλών διανοημάτων, κοινωνικής αναφοράς, καθώς είναι ένας λόγος στείρος, ξύλινος, ασαφής. Ένας λόγος επιτηδευμένος, χωρίς κοινωνικό, πολιτικό, αισθητικό, φιλοσοφικό περιεχόμενο, γι’ αυτό και η αγωνιώδης προσπάθεια των κρατούντων να πείσουν, επί ματαίω.

Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς: Ο λόγος είναι το αίτιον μόνο; Aπερίφραστα όχι, γιατί, παράλληλα με την απώλεια του λόγου χάνει ενίοτε και την πειθώ, την έξωθεν καλή του μαρτυρία κανείς, όταν δεν αντλεί το κύρος του, την εγκυρότητά του μέσα από την κοινωνία, την κοινωνική του δράση, τον λαό, παρά μέσα από τη θέση που κατέχει, και την άσκηση (έμμεση ή άμεση), την νομή της .

O σημερινός διανοούμενος, δεν είναι, δυστυχώς, δρών υποκείμενο, προς όφελος της κοινωνίας, όπως ο Σαρτ, ο Ράσελ, ο Καστοριάδης, ο Καμύ, ο Πουλαντζάς, o Ρίτσος, ο Αναγνωστάκης και λοιποί κατά το παρελθόν, αλλά ένας απομονωμένος άνθρωπος που αδιαφορεί για τα τεκταινόμενα στους δρόμους. Ένας άνθρωπος που μιλά μια γλώσσα ερμητικά κλειστή, εξειδικευμένη, που σκοπό έχει την διασφάλιση των κεκτημένων του περισσότερο, παρά την κοινωνική κριτική, την αμφισβήτηση, την ενεργοποίηση της κοινωνίας, την ρήξη, την ανατροπή. Ένας άνθρωπος, που, ενώ θα έπρεπε να είναι ένα, αθεράπευτα, ανεξάρτητο πνεύμα στην υπηρεσία της αλήθειας, πολλές φορές, αν όχι πάντα, γίνεται δούρειος ίππος της αλήθειας.

Ίσως ηχεί, όμως δεν είναι υπερβολή, γιατί, ιστορική αποστολή, πρώτιστη υποχρέωση ενός διανοούμενου, ενός επιστήμονα, ενός πολιτικού ακόμη, είναι να διακυβεύει όλη του την ύπαρξη προς χάριν της αλήθειας. Να θέτει διαρκώς ερωτήματα αξιών και να μην υπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς και συμφέροντα εξουσίας. Να δρα προς όφελος της κοινωνίας και όχι του ατομικού του συμφέροντος. Να κοινωνεί και να μην αυτονομείται. Να έχει κριτική στάση απέναντι στα πράγματα, στα πρόσωπα και στους φορείς της εξουσίας, αν θέλει να αναγνωρίζεται, να είναι σεβαστός, σημείο αναφοράς, από την κοινωνία.

... και όμως αυτονομείται!

Η αυτονόμηση αυτή, σε συνάρτηση με την συσσώρευση πλείστων όσων παραλείψεων και αδυναμιών (όρα συμβιβασμών), έχει ως αποτέλεσμα: Αφενός, την καχυποψία, αν όχι την απόρριψη, την απομάκρυνση του πολίτη από κοντά του, και αφετέρου, τον υποβιβασμό όλων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε έναν αναπόδραστο ατομικό, οικονομικό ανταγωνισμό. Έναν ανταγωνισμό, ο οποίος δημιούργησε την υφιστάμενη τερατογένεση, το υφιστάμενο κενό, το οποίο σπεύδουν να καλύψουν, τα, χαμηλής πνευματικής στάθμης, τρυφηλά, μορφώματα που εκπέμπονται από τα ΜΜΕ και τα λογής φυλετικά, παραθρησκευτικά ρεύματα, προσφέροντας, περιθωριακές απαντήσεις τα μεν, εθνικιστικές, μεταφυσικές λύσεις τα δε, στα τρέχοντα ηθικά, κοινωνικά, ατομικά ζητήματα, ζητήματα ζωής.

Φυσική κατάληξη αυτών, είναι η έκπτωση των αξιών, η αποθέωση της ατομικότητας, του, κακώς εννοούμενου, ευ ζην, του έχειν και όχι του κατέχειν, η μισαλλοδοξία, ο υποβιβασμός της ανθρώπινης υπόστασης και η υπαγωγή του ανθρώπου σε λογιστικό αριθμό. Η δημιουργία δε, τόσων, περιττών κατά κοινή ομολογία αναγκών, σε συνδυασμό με την διαρκή προσπάθεια της κυρίαρχης ιδεολογίας να εξοβελισθούν οι ανθρωπιστικές σπουδές, είχε, έχει ως αποτέλεσμα τον πλήρη αποπροσανατολισμό, την απόλυτη περιθωριοποίηση του  ατόμου. Την, χωρίς αντιστάσεις, μετατροπή, της φιλαργυρίας σε αρετή, του ψεύδους σε αρχή, του πλούτου σε υπεροχή, και, τού, μέχρι πρότινος, ενεργού πολίτη, σε πολίτη του καναπέ, ενεργούμενο κοινώς, υπηρέτη, αλλότριων, οικονομικών, συμφερόντων.

Ποτέ, μέσα στην ιστορική πορεία του, πλην της Ρωμαϊκής και σημερινής εποχής (εποχές παγκοσμιοποίησης), δεν υπήρξε τόσο αλλοτριωμένος, τόσο περιθωριοποιημένος, τόσο αποπροσανατολισμένος και τόσο μόνος, όσο σήμερα, ο άνθρωπος. Αλλά, και ποτέ αυτή η κατάρρευση δεν είχε τόση σχέση με την ανθρωπιστική παρακμή, την κατάρρευση των αξιών, των ιδεολογιών και την αντικατάστασή τους με τόσο φθηνά ιδεολογήματα, τόσες φθηνές αξίες.

Η φρούδα υπόσχεση για μια παγκόσμια κοινωνία οικονομικής (καταναλωτικής) ευμάρειας έχει πια καταρρεύσει, αφήνοντας πίσω της στραγγαλισμένες συνειδήσεις, χαμένες προσδοκίες, ρηχές, διεφθαρμένες αντιλήψεις -τρυφά πρότυπα ζωής. Και ενώ θα περίμενε να δει, την ύστατη έστω στιγμή, κανείς, την ενεργοποίηση κάποιων συνειδήσεων, το μόνο που βλέπει είναι η σιωπή και η παρατήρηση εκ του μακρόθεν.  Και το ερώτημα που τίθεται είναι: Ποιος ευθύνεται για την ολοσχερή κατάρρευση ενός συστήματος, που με τόση έπαρση και πειθώ επαγγέλθηκαν οι εγκέφαλοι της ανθρώπινης δυστυχίας; Ο Πολίτης; Και όμως αυτός, ο, μέχρι πρότινος, περιθωριοποιημένος και σφόδρα απροστάτευτος από τους ταγούς των αξιών πολίτης, καλείται να επωμισθεί την αποτυχία του συστήματος. Αυτός καλείται να σηκώσει, πάλι, όχι μόνο το κόστος το οικονομικό, μα και το ηθικό, να θέσει τέρμα στην φθορά των αξιών, στην αλλοτρίωσή μας! Να ανακαλύψει (ποιος να το ’λεγε;) μετά από τρεις αιώνες πάλης εκ νέου την πολιτκή. Να θέσει σε εφαρμογή τους τρεις πυλώνες της δημοκρατίας, ήτοι: την ισονομία, την ισηγορία και την ισότητα μέσω της συμμετοχής κατά τον Αριστοτέλη. Να ανακτήσει μέσα από κοινωνικούς αγώνες (αβοήθητος ξανά;) τις κλεμμένες του κατακτήσεις. Να δώσει σάρκα και οστά στο όραμα και στον ουμανισμό, με κίνδυνο να προδοθεί για άλλη μια φορά, καθώς εγκυμονούν οι ίδιοι πάλι κίνδυνοι (οι ίδιοι πάλι άνθρωποι, οι ίδιες αντιλήψεις, οι ίδιες λογικές).

Είναι γνωστό, ότι, ο πνευματικός κόσμος δεν μίλησε, δεν υπήρξε φωτεινή πρωτοπορία, τη στιγμή που έβλεπε, εκτός και αν δεν έβλεπε (δική του η ευθύνη), δεν άκουγε (;), δεν είχε προσλαμβάνουσες. Το ζήτημα είναι γιατί; Γιατί δεν μίλησε, γιατί δεν επαναστάτησε, γιατί δεν έγινε φωτεινή πρωτοπορία; Γιατί δεν μπόρεσε; Γιατί δεν του επετράπη; Γιατί δεν θέλησε; Γιατί συμβιβάστηκε; Γιατί δεν ήταν σε θέση ή γιατί δεν ήταν διατεθειμένος να πληρώσει το διακύβευα; Ότι και αν συνέβη πάντως, έχει τεράστιες ευθύνες, δεδομένου ότι η τρέχουσα κρίση (παρακμή), δεν είναι ακραιφνώς πολιτική, οικονομική, όπως αρέσκονται πολλοί να λένε, αλλά πρωτίστως πολιτισμική. Είναι απόρια, προϊόν της παιδείας μας, του πολιτισμού μας.

Καιρός να πάρει θέση, να μιλήσει!