Κ'
Σ' έναν θάλαμο χωρίς βαρύτητα, μπροστά σε πολύχρωμους διακόπτες φορτωμένους θάνατο τα ρομπότ απολιθώνουν τα όνειρα.
Με αδίσταχτες χειρονομίες γεμάτες υστερία, αποθηκεύουν σε βαθιές κατακόμβες όλο απόγνωση την κρύα αντήχηση του τρόμου.
Αυτό που θα προκύψει από αυτόν τον τρόμο, δεν θα ’ναι το ξημέρωμα μιας καλύτερης μέρας, ούτε το δάκρυ του παιδι-
ού που κλαίει την πείνα του, ούτε ένα λουλούδι χάρμα ο- φθαλμών. Θα είναι
ο σκοτεινός αέρας που θα πήζει το αίμα των αφανισμένων, η ακτινοβολία της σάπιας πολυτέλειας, τα άλαλα πουλιά που θα ταξιδεύουν τον καρκίνο· ένα κομμάτι ιστορίας γεμά- το πληγές· τα ιδανικά μας τέλος κρεμασμένα στην αγχόνη της ειρήνης!
Γι' αυτό σου λέω: αν μπορούσες να αποτρέψεις τον καιρό ή να κάψεις ένα δάσος μοναξιά, αν μπορούσες λέω, αν...!*
*από την π. σ. ΠΕΤΡΕΣ ΣΠΑΣΜΕΝΕΣ.