Ο καθηγητής προϊστορικής αρχαιολογίας
του ΑΠΘ Γ. Χ. Χουρμουζιάδης
μιλάει για τα σημαντικά
ευρήματα
του προϊστορικού λιμναίου οικισμού
Δισπηλιού Καστοριάς.
Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΝΟΥ
Η
ύπαρξη των λιμναίων οικισμών στην Ελλάδα είναι γνωστή από τον πατέρα της ιστοριογραφίας Ηρόδοτο, ο οποίος
περιγράφει τον τρόπο κατασκευής τους στις ιστορίες του. Χρειάστηκαν όμως να
περάσουν πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια για να εντοπιστούν, στα 1932, από τον
καθηγητή Α. Κεραμόπουλο, τα υπολείμματα ενός λιμναίου προϊστορικού οικισμού στη
νότια πλευρά της λίμνης της Καστοριάς, στον χώρο του Δισπηλιού. Ο ξερός
χειμώνας εκείνης της χρονιάς προκάλεσε το κατέβασμα της στάθμης της λίμνης, με
αποτέλεσμα να αποκαλυφθούν χιλιάδες πάσσαλοι που είχαν χρησιμοποιηθεί από τους
κατοίκους του προϊστορικού οικισμού, για
να κατασκευασθούν οι πλατφόρμες και πάνω σε αυτές τα σπίτια που αποτελούσαν τα
βασικά στοιχεία της οργάνωσης του χώρου κατά την εποχή εκείνη, 7000 χρόνια περίπου πριν από εμάς. Ο Κεραμόπουλος κατάλαβε
τη
σημασία του οικισμού όχι μόνο για την αρχαιολογική έρευνα αλλά και για την ιστορία και τον προϊστορικό πολιτισμό της περιοχής. Γι’ αυτό έγραψε τότε, πριν από εξήντα χρόνια, ότι οι έρευνες στον λιμναίο οικισμό στο Δισπηλιό έπρεπε να συνεχιστούν. Τη σημασίας μιας τέτοιας αρχαιολογικής έρευνας υπογράμμισε και ο καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος στα 1968, όταν δημοσίευσε το αρχαιολογικό υλικό που είχε βρεθεί και συλλεγεί στη νότια πλευρά της λίμνης, δηλαδή, στη θέση του λιμναίου προϊστορικού οικισμού. Τελικά, τον Ιούλιο του 1992, με άδεια του υπουργείου Πολιτισμού, ο καθηγητής της προϊστορικής αρχαιολογίας του ΑΠΘ Γ. Χ. Χουρμουζιάδης άρχισε συστηματικές ανασκαφές. Πολύ γρήγορα, με τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα, φάνηκε ότι η έρευνα θα έφερνε στο φως πολύ σημαντικές πληροφορίες για τις προϊστορικές ρίζες του ελληνικού πολιτισμού. Επειδή οι ανασκαφές βεβαιώθηκαν για τις θετικές προοπτικές τους, θελήσαμε να συζητήσουμε με τον καθηγητή Γιώργο Χουρμουζιάδη σχετικά με τη σημασία των συμπερασμάτων και τη συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας.
σημασία του οικισμού όχι μόνο για την αρχαιολογική έρευνα αλλά και για την ιστορία και τον προϊστορικό πολιτισμό της περιοχής. Γι’ αυτό έγραψε τότε, πριν από εξήντα χρόνια, ότι οι έρευνες στον λιμναίο οικισμό στο Δισπηλιό έπρεπε να συνεχιστούν. Τη σημασίας μιας τέτοιας αρχαιολογικής έρευνας υπογράμμισε και ο καθηγητής Ν. Μουτσόπουλος στα 1968, όταν δημοσίευσε το αρχαιολογικό υλικό που είχε βρεθεί και συλλεγεί στη νότια πλευρά της λίμνης, δηλαδή, στη θέση του λιμναίου προϊστορικού οικισμού. Τελικά, τον Ιούλιο του 1992, με άδεια του υπουργείου Πολιτισμού, ο καθηγητής της προϊστορικής αρχαιολογίας του ΑΠΘ Γ. Χ. Χουρμουζιάδης άρχισε συστηματικές ανασκαφές. Πολύ γρήγορα, με τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα, φάνηκε ότι η έρευνα θα έφερνε στο φως πολύ σημαντικές πληροφορίες για τις προϊστορικές ρίζες του ελληνικού πολιτισμού. Επειδή οι ανασκαφές βεβαιώθηκαν για τις θετικές προοπτικές τους, θελήσαμε να συζητήσουμε με τον καθηγητή Γιώργο Χουρμουζιάδη σχετικά με τη σημασία των συμπερασμάτων και τη συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας.
--Κύριε Χουρμουζιάδη. Είσθε
επικεφαλής των ανασκαφών του προϊστορικού λιμναίου οικισμού στο Δισπηλιό
Καστοριάς. Μιλήστε μας καταρχήν για τη σημασία της ανασκαφής;
«Τρεις είναι οι λόγοι που
στοιχειοθετούν αυτή τη σημασία. α)
Είναι πρώτη φορά που ανασκάπτεται στην Ελλάδα ένας λιμναίος οικισμός, παρ’ όλο
που η παρουσία τέτοιων εγκαταστάσεων είναι γνωστή από τον Ηρόδοτο. β)
Με τις ανασκαφές αυτές δίνεται η δυνατότητα να μελετηθεί ένας ελληνικός
λιμναίος προϊστορικός οικισμός που αναπτύχθηκε πάνω σε έναν δρόμο, όπου είχαν
πραγματοποιηθεί μετακινήσεις από τις νότιες περιοχές της Ελλάδας μέχρι την
Αδριατική θάλασσα και γ) Οι
αρχαιολογικές πληροφορίες, που ήδη είναι πλούσιες, θα μας βοηθήσουν να
μελετήσουμε την εικόνα ενός πανελλαδικού προϊστορικού πολιτισμού, όπως αυτή
προκύπτει από τα ευρήματα του Δισπηλιού, ιδιαίτερα στο βαθμό που αυτά
συσχετίζονται με παρόμοια ευρήματα άλλων περιοχών της Ελλάδας».
-Θα ήταν δυνατόν να συνδέσει κανείς τα συμπεράσματα των ανασκαφών σας με
τα θέματα που αναφέρονται στους Μακεδόνες, γενικά;
«Δεν είμαι από τους αρχαιολόγους
που ασκούν ένα είδος «εθνικής»
αρχαιολογίας. Σε μια τέτοια έρευνα υπολανθάνουν οι επικίνδυνες ιδέες για ράτσες
και φυλές. Είμαι έτοιμος όμως να υποστηρίξω ότι μια έρευνα σε αυτή την περιοχή
μπορεί να αποκαλύψει όλες εκείνες τις μαρτυρίες που θα μπορούσαν να επιβεβαιώσουν
την ιθαγένεια του Μακεδονικού πολιτισμού και την άμεση ένταξή του στο ευρύτερο ελλαδικό
πολιτισμικό σύστημα. Ένα σύστημα, δηλαδή,
που θα αποτελέσει το θεμέλιο όλων των κατοπινών εξελίξεων που θα συμβούν
στα ιστορικά χρόνια και θα συστήσουν τη διαχρονική διάσταση του πολιτισμού μας.
Θέλω να πω, με άλλα λόγια, πως ανασκαφικές έρευνες σε προϊστορικούς οικισμούς,
όπως αυτός του Δισπηλιού, όπου οι αρχαιολογικές πληροφορίες μας αποκαλύπτουν τη
δυναμικότητα του περιφερειακού ελληνισμού, είναι πάντα πολύ σημαντικές. Είναι
σημαντικές, γιατί μας βοηθούν να απομακρυνθούμε από την αντίληψη που επιμένει
να αναζητεί τις αρχές του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ κάτω
από τη σκιά των κιόνων του Παρθενώνα».
-Θα μπορούσατε να μας δώσετε μια σύντομη περιγραφή των ευρημάτων και
της εικόνας που στοιχειοθετούν αυτά;
«Οπωσδήποτε είναι πολύ νωρίς για
να περιγράψει κανείς μια τέτοια εικόνα. ωστόσο θα τολμούσα να πως ο προϊστορικός λιμναίος οικισμός του
Δισπηλιού ήταν ένα σημαντικό σύστημα στηριγμένο στην εκμετάλλευση της λίμνης
αλλά και στην άσκηση της κτηνοτροφίας, της γεωργίας κα του κυνηγιού. Τα
εργαλεία και τα κόκαλα των ζώων που βρίσκουμε μας επιβεβαιώνουν αυτή ην εικόνα.
Το Δισπηλιό όμως δεν στηριζόταν μόνο στις παραγωγικές δυνατότητες της περιοχής
του. Η πλούσια κεραμεική που έχουμε αυτή τη στιγμή στη διάθεσή μας δείχνει πως
οι κάτοικοι του προϊστορικού Δισπηλιού έρχονταν πολύ συχνά σε επαφή με άλλους
οικισμούς ή με ομάδες «πραματευτάδων» της εποχής εκείνης που μετακινούνταν και
έφερναν μαζί τους για ανταλλαγή τα δικά τους προϊόντα. Ήταν, λοιπόν, το
Δισπηλιό ένα ανοιχτό σύστημα που αντάλλαζε πληροφορίες με το φυσικό και
ανθρωπογενές περιβάλλον, με αποτέλεσμα να μένει δυναμικό και “εν εξελίξει”».
-Ξεχωρίζετε κάποια από τα ευρήματα της ανασκαφής;
«Κατά την περσινή ανασκαφική
περίοδο ήρθε στο φως μία βάρκα. Μην εκπλήττεστε. Μια νεολιθική βάρκα. Βέβαια,
δεν την αποκαλύψαμε όλη, γιατί δεν μπορούμε ακόμη να διαθέσουμε τους ειδικούς
συντηρητές που χρειάζεται ένα τέτοιο εύρημα. Έτσι την αφήσαμε μέσα στη γη, όπου
όλα διατηρούνται και δεν κινδυνεύουν να καταστραφούν μέσα στις συνθήκες της
δικής μας αδυναμίας. Φέτος, ένα άλλο εύρημα ήρθε στο φως, για να μας
συγκλονίσει. Μία ξύλινη πινακίδα με ένα «κείμενο» χαραγμένο πάνω της. Ας μην το
πω «κείμενο», όμως, γιατί το θέμα της γραφής σ’ αυτές τις πρώιμες φάσεις της
προϊστορίας δεν έχει ακόμα ξεκαθαριστεί. Οπωσδήποτε όμως, έχουμε στα χέρια μας
το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας, για να αποτυπωθεί πάνω σε μια επιφάνεια, ξύλινη
στην προκειμένη περίπτωση, η σκέψη ενός ανθρώπου ή μιας ολόκληρης κοινότητας.
Άρα έχουμε στα χέρια μας την αρχαιότερη ίσως ένδειξη για τη μετατροπή της
ανθρώπινης σκέψης σε «εικόνα». Θέλω να πω σε γραφή. Είναι, το λιγότερο,
συγκλονιστική μια τέτοια «αποκάλυψη». όλα αυτά θα τα χειροκροτήσουμε, όμως,
όταν θα έχουμε την επιβεβαίωση των υποθέσεών μας, με την εργαστηριακή χρονολόγηση
του ευρήματος και την πιο συστηματική μελέτη του».
-Τι προοπτικές μπορεί να έχει η
έρευνά σας;
«Οι κατευθύνσεις των προοπτικών
μας είναι δύο. Η μία αφορά την ίδια την έρευνα και αυτό σημαίνει πως θα
συνεχίσουμε, μέχρι να αποκαλύψουμε ένα μεγάλο μέρος του οικισμού, για να έχουμε
στη διάθεσή μας τα στοιχεία εκείνα που θα μας βοηθήσουν να προχωρήσουμε σε
αναπαραστάσεις των σπιτιών και άλλων βοηθητικών κατασκευών. Η δεύτερη
κατεύθυνση είναι αυτή που μας φέρνει στο αίτημα ίδρυσης ενός κέντρου έρευνας
λιμναίων οικισμών. Κάτι παρόμοιο έχει γίνει στην Ευρώπη, όπου υπάρχουν παρόμοιοι οικισμοί, εδώ
και εκατό χρόνια. Εμείς, τελικά, θα μείνουμε μόνιμα οι «καθυστερημένοι» φτωχοί
συγγενείς της Ευρώπης;»
-Επειδή προβληματίζει πολλούς, ήθελα να σας ρωτήσω, ποια σχέση υπάρχει, αν υπάρχει βέβαια, ανάμεσα στον
προϊστορικό οικισμό του Δισπηλιού και στα ευρήματα των Πετραλώνων και τον
χειροπέλεκυ του Higgs (Γρεβενά 1964);
«Καμία. Τα ευρήματα που αναφέρατε
χρονολογούνται στην παλαιολιθική περίοδο, ενώ το Δισπηλιό δεν μπορεί να αναχθεί
χρονολογικά σε περιόδους παλαιότερες από τη νεολιθική περίοδο, δηλαδή, πριν από
το 5.000 π.Χ».
-Σχετικά με το που πρέπει να μείνουν και να εκτεθούν τα ευρήματα του
Δισπηλιού, ποια είναι η δική σας γνώμη;
«Δεν έχω κανένα δισταγμό για να πω και να το υπογραμμίσω, ότι από
εδώ δεν πρέπει να φύγει ούτε ένα όστρακο. Γι’ αυτό θα πρέπει ο κόσμος της
περιοχής, από αυτή τη στιγμή, να απαιτήσει την ίδρυση ενός μουσείου στο
Δισπηλιό. Νομίζω πως σχετικές ιδέες έχουν ήδη αποτυπωθεί».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
FLASH TV.