ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ
"Του Φιδιού το Γάλα"
Μυθιστόρημα. Εκδ. Ελληνικά Γράμματα
"Του Φιδιού το Γάλα"
Μυθιστόρημα. Εκδ. Ελληνικά Γράμματα
Μετά
το, θεατρικής δομής, «Ταγκό των Χριστουγέννων», επανέρχεται με, ένα
έργο, της αυτής αισθητικής, μορφής και ποιητικής έκφρασης: «Του Φιδιού
το γάλα», ο Γιάννης Ξανθούλης. Ένα έργο ερωτικής θεματολογίας,
δεδομένου ότι, αναγορεύει τον έρωτα σε πρωταρχικό υπαρξιακό πρόβλημα
του ανθρώπου, ιδιαίτερα όταν η ταυτότητά του συνθλίβεται και οι
προσωπικές αποτυχίες υπερβαίνουν κάθε μέτρο, όπως γίνεται με τον κύριο
πρωταγωνιστή του έργου, Ανέστη Κομνηνό.
Αφετηρία του έργου, αποτελεί η υποψία της επιστροφής στα μάτια της γυναίκας με τα μαύρα γυαλιά, και η άφιξη ενός αυτοβιογραφικού χειρογράφου στο γραφείο του εκδότη, αίτια, αρκούντως ικανά, να αναγκάσουν τον Ανέστη Κομνηνό (εκδότη), να κάνει μια λεπτομερή αναδρομή στην ταριχευμένη του μνήμη και να επαναφέρουν στο προσκήνιο την παρελθούσα συγκίνηση που επιμένει να χειραγωγεί την αρχιτεκτονική του εσωτερικού του οικοδομήματος, που ονομάζεται βίωση, ανάταση, δόξα και πτώση.
Γνωρίζοντας καλά, ότι ο έρωτας, ως οντολογική βιολογική ολοκλήρωση -σώματος, ζωής- είναι η μέγιστη κατάκτηση της ελευθερίας του ανθρώπου ο Ξανθούλης, οδηγεί ως τα όρια του ερωτικού παροξυσμού τον Ανέστη Κομνηνό, πράξη που έχει ως αποτέλεσμα να υφίσταται τις μέγιστες απορρίψεις, ταπεινώσεις. συνήθεις καταστάσεις στους μεγάλους έρωτες (θεμιτές και μη επικριτέες κατά τον Πλάτωνα –Συμπόσιο), δεδομένου ότι ωχριούν μπροστά στο μέγεθος της συγκίνησης και της ελευθερίας του ατόμου. (Ελευθερία χωρίς την απόρριψη, των κατά συνθήκην, όμως και έρωτας χωρίς έκθεση, τραύμα, απόρριψη, άνοδο και πτώση, είναι συμβεβηκότα ασήμαντα και, άρα, άνευ σημασίας).
Χρόνος εξέλιξης του μύθου είναι η Μεγάλη Εβδομάδα του ’63 και η σημειολογία της (αφετηρία, δράση –πάθη- κορύφωση, σταύρωση). Χωροταξία η έπαυλη της οικογένειας Μέντα, ενώ πεδίο εξέλιξης το ψυχολογικό, κοινωνικό, ερωτικό αδιέξοδο, του Ανέστη Κομνηνού σε πρώτο πλάνο, καθώς υποβόσκουν έρποντα τα υπαρξιακά κοινωνικά αδιέξοδα τόσο της οικογένειας Κομνηνού, όσο και της εκπεσμένης αστικής οικογένειας Μέντα σε δεύτερο επίπεδο.
Το έργο ως υπαρξιακό, ψυχολογικό δράμα, κινείται στα όρια του ονειρικού και της παραίσθησης, δεδομένου ότι οι διαδρομές στον λαβύρινθο της μεταφυσικής και του παρελθόντος κατέχουν ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη του μύθου. Ένας μύθος σύνθετος ως προς τη δομή, υψηλών αισθητικών απαιτήσεων ως προς την γλώσσα, ολοκληρωμένος και πολύτροπος ως προς το ύφος, καθώς αρχειοθετεί με πλήρη αυστηρότητα τα εσωτερικά συναισθήματα, τις λησμονημένες εικόνες, τις ενεστώσες κραυγές που αναδύουν τα ημιθανή πορτρέτα του παρελθόντος.
Η πολύτροπη δομή, δεν είναι πρωτογενής στον Γιάννη Ξανθούλη, μόνο που στο συγκεκριμένο έργο αποκτά μια περαιτέρω κυριαρχία, πράγμα το οποίο προσδίδει εγκεφαλισμό στην σύνθεση, στην εξέλιξη του μύθου.
Η παθολογική προσπάθεια του Ανέστη Κομνηνού να ορίσει το σώμα του, την ύπαρξή του, το εγώ του μέσω του έρωτά του (τόσο τραυματικού και τόσο αληθινού) με τη Μικόλ, οι εμμονές της Κας Μέντα, η εύθραυστη υγεία του Άλκη, η ερωτική σχιζοφρένεια της Μικόλ που όσο και αν λιθοβολείται παραμένει ιαματική, συνθέτουν τους πρωταγωνιστές, τον καμβά του έργου.
Οι συμπεριφορές της αστικής τάξης, τόσο κυνικές και σαρκοβόρες, αναδεικνύουν το ιδεολογικό, “ανθρωπιστικό” (;) περιεχόμενό της, που δεν στερείται ωμοφαγίας, ιδίως όταν πρόκειται για την επιβίωσή της. Η ωφελιμιστική λογική της όμως, που αγγίζει τα όρια του κυνισμού, γίνεται εφαλτήριο για να αναδειχθεί ο συναισθηματικός κόσμος από τον οποίο εμφορούνται άνθρωποι, όπως ο Ανέστης Κομνηνό, παρά την κοινωνική τους περιθωριοποίηση.
«Του Φιδιού το γάλα», είναι ένα έργο Φροϋδικής ενδοσκόπησης, ένα έργο που αναδεικνύεται μέσω της γλώσσας. Μια γλώσσα ποιητικά πλαστική, χωρίς επιτήδευση, βερμπαλισμούς και φθηνές επιδείξεις. Μια γλώσσα στέρεα, αρκούντως λογοτεχνική, χωρίς καταχρηστική χρήση των επιθέτων και των προσδιορισμών -γραφή άρρηκτα δεμένη με τον μύθο και τους χαραχτήρες .
"ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ"
Αφετηρία του έργου, αποτελεί η υποψία της επιστροφής στα μάτια της γυναίκας με τα μαύρα γυαλιά, και η άφιξη ενός αυτοβιογραφικού χειρογράφου στο γραφείο του εκδότη, αίτια, αρκούντως ικανά, να αναγκάσουν τον Ανέστη Κομνηνό (εκδότη), να κάνει μια λεπτομερή αναδρομή στην ταριχευμένη του μνήμη και να επαναφέρουν στο προσκήνιο την παρελθούσα συγκίνηση που επιμένει να χειραγωγεί την αρχιτεκτονική του εσωτερικού του οικοδομήματος, που ονομάζεται βίωση, ανάταση, δόξα και πτώση.
Γνωρίζοντας καλά, ότι ο έρωτας, ως οντολογική βιολογική ολοκλήρωση -σώματος, ζωής- είναι η μέγιστη κατάκτηση της ελευθερίας του ανθρώπου ο Ξανθούλης, οδηγεί ως τα όρια του ερωτικού παροξυσμού τον Ανέστη Κομνηνό, πράξη που έχει ως αποτέλεσμα να υφίσταται τις μέγιστες απορρίψεις, ταπεινώσεις. συνήθεις καταστάσεις στους μεγάλους έρωτες (θεμιτές και μη επικριτέες κατά τον Πλάτωνα –Συμπόσιο), δεδομένου ότι ωχριούν μπροστά στο μέγεθος της συγκίνησης και της ελευθερίας του ατόμου. (Ελευθερία χωρίς την απόρριψη, των κατά συνθήκην, όμως και έρωτας χωρίς έκθεση, τραύμα, απόρριψη, άνοδο και πτώση, είναι συμβεβηκότα ασήμαντα και, άρα, άνευ σημασίας).
Χρόνος εξέλιξης του μύθου είναι η Μεγάλη Εβδομάδα του ’63 και η σημειολογία της (αφετηρία, δράση –πάθη- κορύφωση, σταύρωση). Χωροταξία η έπαυλη της οικογένειας Μέντα, ενώ πεδίο εξέλιξης το ψυχολογικό, κοινωνικό, ερωτικό αδιέξοδο, του Ανέστη Κομνηνού σε πρώτο πλάνο, καθώς υποβόσκουν έρποντα τα υπαρξιακά κοινωνικά αδιέξοδα τόσο της οικογένειας Κομνηνού, όσο και της εκπεσμένης αστικής οικογένειας Μέντα σε δεύτερο επίπεδο.
Το έργο ως υπαρξιακό, ψυχολογικό δράμα, κινείται στα όρια του ονειρικού και της παραίσθησης, δεδομένου ότι οι διαδρομές στον λαβύρινθο της μεταφυσικής και του παρελθόντος κατέχουν ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη του μύθου. Ένας μύθος σύνθετος ως προς τη δομή, υψηλών αισθητικών απαιτήσεων ως προς την γλώσσα, ολοκληρωμένος και πολύτροπος ως προς το ύφος, καθώς αρχειοθετεί με πλήρη αυστηρότητα τα εσωτερικά συναισθήματα, τις λησμονημένες εικόνες, τις ενεστώσες κραυγές που αναδύουν τα ημιθανή πορτρέτα του παρελθόντος.
Η πολύτροπη δομή, δεν είναι πρωτογενής στον Γιάννη Ξανθούλη, μόνο που στο συγκεκριμένο έργο αποκτά μια περαιτέρω κυριαρχία, πράγμα το οποίο προσδίδει εγκεφαλισμό στην σύνθεση, στην εξέλιξη του μύθου.
Η παθολογική προσπάθεια του Ανέστη Κομνηνού να ορίσει το σώμα του, την ύπαρξή του, το εγώ του μέσω του έρωτά του (τόσο τραυματικού και τόσο αληθινού) με τη Μικόλ, οι εμμονές της Κας Μέντα, η εύθραυστη υγεία του Άλκη, η ερωτική σχιζοφρένεια της Μικόλ που όσο και αν λιθοβολείται παραμένει ιαματική, συνθέτουν τους πρωταγωνιστές, τον καμβά του έργου.
Οι συμπεριφορές της αστικής τάξης, τόσο κυνικές και σαρκοβόρες, αναδεικνύουν το ιδεολογικό, “ανθρωπιστικό” (;) περιεχόμενό της, που δεν στερείται ωμοφαγίας, ιδίως όταν πρόκειται για την επιβίωσή της. Η ωφελιμιστική λογική της όμως, που αγγίζει τα όρια του κυνισμού, γίνεται εφαλτήριο για να αναδειχθεί ο συναισθηματικός κόσμος από τον οποίο εμφορούνται άνθρωποι, όπως ο Ανέστης Κομνηνό, παρά την κοινωνική τους περιθωριοποίηση.
«Του Φιδιού το γάλα», είναι ένα έργο Φροϋδικής ενδοσκόπησης, ένα έργο που αναδεικνύεται μέσω της γλώσσας. Μια γλώσσα ποιητικά πλαστική, χωρίς επιτήδευση, βερμπαλισμούς και φθηνές επιδείξεις. Μια γλώσσα στέρεα, αρκούντως λογοτεχνική, χωρίς καταχρηστική χρήση των επιθέτων και των προσδιορισμών -γραφή άρρηκτα δεμένη με τον μύθο και τους χαραχτήρες .
"ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ"